Δυο αιώνες μετά, το μεγάλο γεγονός της Επανάστασης, σαν άστρο μακρινό, εκπέμπει τελείως σιωπηλά για την καθημερινή μας ζωή το δικό του φως-μηνύματα-νοήματα. Επετειακή για τα 200χρονα η φετινή χρονιά, καλλιέργησε προσδοκίες γόνιμης ενασχόλησης με το κορυφαίο αυτό γεγονός. Τα εμπόδια της πανδημίας απ’ τη μια και οι δύσκολα αποδεκτές επιλογές του κεντρικού φορέα των εορτασμών απ’ την άλλη, άφησαν ένα ευρύ πεδίο ελεύθερο σε φορείς και ανθρώπους, να κάμουν υπόθεση ψυχής ό,τι μιλάει στον απλό άνθρωπο-Νεοέλληνα, το καταλυτικό στην πορεία του Ελληνισμού μεγάλο αυτό γεγονός. Για τη Φωκίδα, ως διοικητική ενότητα μετά την απελευθέρωση, ο Κ. Σάθας έθεσε πρωτοπόρα τις βάσεις και τους τρόπους έρευνας και ιστοριογραφικών δραστηριοποιήσεων. Πολυσήμαντη στα τέλη του 20ου αι. και η συνεισφορά του Αγιαθυμιώτη Ε. Σταθόπουλου. Η έρευνα και τα βιβλία του, πέραν των πολλών άλλων, κρύβουν και μιαν έξοχη πρόκληση. Την επετειακή τούτη χρονιά σ’ αυτή την πρόκληση, έσπευσε να ανταποκριθεί ο Σύλλογος των Αγιοευθυμιωτών.
Ο Σταθόπουλος, απ’ το ξεκίνημα της ασύλληπτα γιγάντιας έρευνας-προσπάθειάς του, είχε εντοπίσει ένα πλήθος αγωνιστών από όλα τα χωριά της Φωκίδας που «κανείς δεν τους είχε καν αναφέρει κι έτσι έμεναν άγνωστοι ακόμα και για τους απογόνους τους» σημερινούς Φωκείς. (Σ.,σ.7). Με αυτά λοιπόν τα πιο ενδιαφέροντα, μα άφωνα πρόσωπα της ιστορίας (Σπύρος Ασδραχάς), καταπιάστηκε, εντόπισε, συγκέντρωσε τα στοιχεία τους και καταλογογράφησε τεκμηριωμένα περίπου 5000 ονόματα Φωκέων αγωνιστών της Επανάστασης. Διαπίστωση-ευχή του ήταν «μόνο με την παραπέρα αναδίφηση των αρχειακών πηγών… μπορεί να ελπίζουμε πως θα συμπληρωθούν εν μέρει τα πολλά ασφαλώς κενά που αφήνονται σήμερα» (Σ., σ.163). Ακόμα, η πίστη του τον έκανε να γράψει «πως η παραπέρα έρευνα στις πηγές… θα φέρει στο φως κι άλλα, ίσως πολλά, πρόσωπα του 21 που δεν αναφέρονται» και ότι όσα παρουσίασε «θα φανούν χρήσιμα σ’ αυτόν που θα καταπιανόταν στο μέλλον με θέματα της τοπικής μας ιστορίας» (Σ., σ.9). Αφότου εξέδωσε τον Α΄ Ημίτομο, κανείς απ’ όσους καταπιάστηκαν με την ιστορία χωριών της Φωκίδας, ιδίως των νεωτέρων χρόνων, δεν αγνοούσε και σχεδόν πάντα επικαλείτο την έκδοση του μεγάλου Αγιαθυμιώτη ερευνητή. Κάποιοι ελάχιστοι, πήραν στοιχεία και δεν τον ανέφεραν.
Σκυτάλη πραγματικά πήρε και συνέχισε τον χαραγμένο και υποδεικνυόμενο δρόμο του Ε. Σταθόπουλου ο Αγιαθυμιώτης την καταγωγή Θεόφιλος Ε. Αγαπητός. Γεννήθηκε το 1967 στην Αθήνα από Αγιαθυμιώτες γονείς (Ευθύμιο και Γεωργία, το γένος Τζίβα). Σπούδασε Πληροφορική και είναι προγραμματιστής Η/Υ από το τέλος της δεκαετίας του ’80, εποχή που άρχιζε η μεγάλη και καταλυτική ανάπτυξη των νέων τεχνολογιών. Είναι ανώτερος Αξιωματικός του Λιμενικού Σώματος/Ελληνικής Ακτοφυλακής - Τμηματάρχης του Τμήματος Συστημάτων Λογισμικού και Αναπληρωτής Διευθυντής της Διεύθυνσης Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Επικοινωνιών του Λιμενικού Σώματος και του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής. Αποτελεί προβεβλημένο στέλεχος της ιδρυθείσας στο τέλος της δεκαετίας του ’90 Διεύθυνσης Πληροφορικής του Λιμενικού Σώματος και του Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας. Υπήρξε βασικός εισηγητής, στα τέλη του ’90, του πλαισίου και των διαδικασιών καθιέρωσης των ηλεκτρονικών συστημάτων κράτησης θέσεων και έκδοσης εισιτηρίων επιβατών και οχημάτων στην ακτοπλοΐα και του ενιαίου τύπου εισιτηρίου, που έθεσε τέλος στο ως τότε αρνητικό φαινόμενο των υπεραρίθμων στα επιβατικά πλοία. Από το 2.000 έχει συμβάλει στη διαμόρφωση των συστημάτων καταγραφής επιβαινόντων στα πλοία για λόγους έρευνας και διάσωσης και πρόσφατα στη θέσπιση του e-ticket στην ακτοπλοΐα και στην υλοποίηση των διαδικασιών του ανταποδοτικού μέτρου του μεταφορικού ισοδυνάμου για τους μόνιμους κατοίκους των νησιών. Έγγαμος και πατέρας δύο παιδιών.
Με αφετηρία τα όσα έχει καταγράψει για τους Αγιαθυμιώτες αγωνιστές, ο Θ. Αγαπητός αναζήτησε και βρήκε τα ατομικά στοιχεία του φακέλου καθενός από 178 Αγιαθυμιώτες μαχητές στον Ξεσηκωμό. Με μεράκι, ικανότητες καλλιεργημένες στην αναζήτηση των στοιχείων, με παλαιογραφική κατάρτιση ανάγνωσης χειρογράφων του 19ου αι., με μόχθο επεξεργασίας του προκύψαντος υλικού και σύνθεσης μιας περίπου 300 σελίδων μελέτης, μας κάνει γνωστούς, οικείους και εξατομικεύει, περιληπτικά βέβαια, τη δράση των συγχωριανών του πολεμιστών-επαναστατών.
Με κατατοπιστικώτατη Εισαγωγή (σ.7-29), σε 10 επιμέρους ενότητες, παραθέτει το ιστορικό πλαίσιο, με εκτιμήσεις για τη συμβολή της Ρούμελης στο Μεγάλο Ξεσηκωμό, κάνει λόγο για την τύχη των αγωνιστών μετά την Απελευθέρωση «όσοι αγωνίστηκαν και πολέμησαν, λησμονήθηκαν από το Ελληνικό Κράτος, τόσο ηθικά για την προσφορά τους στον Αγώνα, όσο και υλικά για την καθημερινή επιβίωσή τους» (Α.,σ.11). Εξαίρει την προσφορά των Αγιαθυμιωτών αγωνιστών, 178 «αριθμός εντυπωσιακός, αν συγκριθεί με τον αριθμό των 300 κατοίκων που φαίνεται να είχε το χωριό στα χρόνια της Επανάστασης, αλλά ακόμα και των 467 που απαριθμούνται το 1833 και καταδεικνύει ότι οι Αγιαθυμιώτες σύσσωμοι συμμετείχαν στο κάλεσμα για τη λευτεριά». Επίσης, αναφέρει, με χρονολογική σειρά, σε σύντομη περιγραφή, 33 μάχες-πολεμικές δραστηριότητες με διάρκεια, που μετείχαν Αγιαθυμιώτες αγωνιστές. Αναγκαία και χρήσιμη είναι και η αναφορά του στα Αριστεία του Αγώνα και το Αρχείο αγωνιστών. Μετά την απελευθέρωση κι ως τα χρόνια του βασιλιά Γεωργίου, έγιναν προσπάθειες για «αποκατάσταση» των αγωνιστών. Τότε συντέθηκε το υλικό απ’ το οποίο αντλήθηκε το περιεχόμενο του βιβλίου, αιτήσεις και πιστοποιητικά των αγωνιστών. Προέκυψαν έτσι: 2 Αγιαθυμιώτες αξιωματικοί, 27 υπαξιωματικοί και 116 οπλίτες. Ο συγγραφέας παραθέτει και βιβλιογραφία. Κι ακόμα, ενδιαφέροντα στοιχεία και πληροφορίες για τα επώνυμα και ονόματα των καταγραφομένων αγωνιστών. Το βιβλίο εμπλουτίζεται με φωτογραφίες των ίδιων των ντοκουμέντων, αιτήσεων, πιστοποιητικών και καταλόγων. Πρόχειρα και τελείως ενδεικτικά στεκόμαστε στον υπ’ αριθμ. 47 Δεδούση ή Ντεντούση Αναγνώστη του Δεδούση.
Ο συγγραφέας φωτίζει καλύτερα στοιχεία για αγωνιστές, όπως τον υπ’αριθμ.34 Γλυμή Αναγνώστη του Αθανασίου «ηλικιακά βρίσκεται κοντά με τον προαναφερόμενο, Αναγν. Γλυμή και έχει ταυτιστεί, κατά τη γνώμη μου λαθεμένα, με αυτόν». Θεωρεί ότι πρόκειται για διαφορετικά πρόσωπα, απ’ τα στοιχεία που προκύπτουν σε υπόψη του έγγραφα, για το έτος γεννήσεως του καθενός (Α.,σ.75). Ενδιαφέρον έχει και το παρατιθέμενο και σε φωτογραφία μοναδικό πιστοποιητικό απ’ τον Α΄ Δήμο Μυωνίας (1836-40) για τον Γεώργιο Δ. Ζαχαριά, ο οποίος σημειωτέον πολέμησε «και εις Κρεμίδιον της Αρκαδίας και εις την ΙΙ πολιορκίαν του Μεσολογγίου, μέχρι της φοβεράς και φονικοτάτης εξόδου, εις την πολιορκίαν ταύτην έλαβε και δύο πληγάς εις την δεξιάν χείρα και αριστερόν πόδα εις το γόνι» (Α.,σ.124). Τέλος, πολλά ερωτήματα μας γέννησαν οι υπ’ αριθμ.161 Σκαρίμπας Ιωάννης ή Γιάννης ή Γιαννάκης του Ηλία και 162 Σκαρίμπας Ηλίας του Γεωργίου.
Το βιβλίο του Θ. Αγαπητού, συνέκδοση του Δικτύου Δελφών και του Συλλόγου Αγιοευθυμιωτών, είναι ένας υποδειγματικός και πολλών επαίνων άξιος μόχθος, που δείχνει το παρακάτω βήμα των αμείωτης αξίας υποθηκών του Ε. Σταθόπουλου, ως προς τη μελέτη και ανάδειξη της συμβολής του τόπου μας στην Επανάσταση του ’21. Δεν είναι να περάσει απαρατήρητη και η συστοίχιση του συγγραφέα με τον Ευθύμιο Σταθόπουλο, τόσο στο εξώφυλλο, όπου προτάσσεται ο τίτλος και από κάτω τίθεται αντί το όνομα του συγγραφέα αυτός που πραγματοποίησε την έρευνα-παρουσίαση, όσο και στο προτιθέμενο εισαγωγικό μέρος και των δύο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου